Σελίδες

Τετάρτη 20 Μαΐου 2020

Ημέρες "καραντίνας": Ένα μικρό οδοιπορικό στη μνήμη και στην ιστορία...



27 Απριλίου 2020, ημέρα Δευτέρα,

μια βδομάδα μετά το παράξενο αυτό Πάσχα του φόβου και του εγκλεισμού. 

Η μέρα είναι ηλιόλουστη, ζεστή. Η άνοιξη σε προσκαλεί να "ξεπορτίσεις". 
Μια ευκαιρία να καταγράψω με το φακό τις γειτονιές που μεγάλωσα, τους δρόμους που περπάτησα, μνήμες και ιστορίες. 
Ότι έχει απομείνει από τα σπίτια της προσφυγιάς της Νέας Ιωνίας, τα περισσότερα απ΄ αυτά εγκαταλειμμένα, έρημα και κάποια ακόμη που αντέχουν να στεγάζουν 100 χρόνια μετά, τους νέους πρόσφυγες, τους ξεριζωμένους του 21ου αιώνα...

Ελένη Γλαρέντζου



Δείτε το βίντεο



ο θρήνος των ήχων της ιστορίας…

ξέσκεπες ζωές
ραγισμένα απομεινάρια αμιάντου στα ελενίτ που κρέμονται απ’ το χρόνο
πόρτες χαμηλές γεμάτες χρώμα κι υπομονή
κι η φύση που δεν καρτερά
που δεν καταλαβαίνει
που δεν έχει την υπομονή των ανθρώπων που έμαθαν να χάνουν…

συνθήματα στους τοίχους
δόξες κι απομεινάρια των αγώνων
εδώ που το ωμό πλιθί αντέχει ακόμα
που η χαμηλή πόρτα υποκλίνεται ευλαβικά στις θύμησες…

το περιστέρι ισορροπεί μονάχο στο ξύλινο κουφάρι της πόρτας
που γαντζωμένο στη συμπύκνωση της ιστορίας
τη βαστά και βαστάζεται απ’ τη ράχη της
και κρατά άνοιγμα μπρος και πίσω διευκολύνοντας το πέρασμα του χρόνου…

και το ζωνάρι του τοίχου ευρύχωρο όπως και να ‘χει
για να στεγάζει αεί τον έρωτα των πουλιών…

όλοι οι πόθοι χύμα έξω απ’ τα σκαλοπάτια της μοίρας
ακούω τ’ ατέλειωτα βήματα της προσφυγιάς
κι η μπατανία απλωμένη στο ξύλινο κάγκελο του μικρού μπαλκονιού
μάρτυρας των ακατάλυτων εικόνων μου
δίπλα στο κλιματιστικό της μοντέρνας μας ανάγκης…

κάποτε οι άνθρωποι εδώ δροσίζονταν με τις ανάσες του βασιλικού
που οι μυρωδιές του αντέχουν ακόμα στις αναλώσιμες μνήμες
τώρα οι μηχανές ανακυκλώνουν σάπιο αέρα
γιατί ακόμα κι ο φρέσκος αέρας έχει δυσβάσταχτο κόστος…

περνώ το πέτρινο τούνελ της ιστορίας
οι ντενεκεδένιες γλάστρες επί της υποδοχής στο ταξίδι των εικόνων
βαμμένες με το κόκκινο του έρωτα
βαμμένες με το λουλακί της υπομονής…

μπροστά μου κι η αναστήλωση της προσμονής
βέλος για να τρυπήσει και ν’ αποσυντονίσει το χρόνο
και να δέσει τις ελπίδες μου με το μέλλον…

κι από δίπλα πόρτες αηδιασμένες κλειστές
και τοίχοι που δεν έχουν άλλο να περιμένουν παρά τη μπουλντόζα
και το παράπονό τους ο θρήνος των ήχων της ιστορίας
ταιριαστός στην εικόνα που σιγά-σιγά εξαϋλώνεται…  

ποιος θα φέρει την ανάσταση μέσα κι έξω απ’ το κανάτι του παραθυριού
που κρέμεται ξεχαρβαλωμένο κι επιμένει…

κι η άνοιξη που ως χθες μπαινόβγαινε χωρίς να ρωτά
τώρα στέκει δισταχτική
καθώς οι άνθρωποι  έβγαλαν γενικό διάταγμα εγκλεισμού…

κι ο κεραμιδόγατος ακοίμητος φρουρός των εικόνων
ανεβασμένος από συνήθεια στις ξεδοντιασμένες στέγες που αντιστέκονται
σ’ έναν χρόνο που φαίνεται αμείλικτος
καθώς πυροβολεί με τα δευτερόλεπτά του την υπομονή
και ξεκολλάει τους σοφάδες απ’ τα πλιθιά…

εδώ στις γειτονιές της προσφυγιάς που η αξιοποίηση αργεί
γιατί ο θρήνος ακόμα δεν τέλειωσε
καθώς δε μπορεί να φύγει το βάρος της ιστορίας
πάνω απ’ τα ερείπια που αντιστέκονται…

και το κεχριμπαρένιο μάτι της γάτας μέσα απ’ τη σκούρια καγκελόπορτα
φύλακας άγγελος μιας ζωής που κρύβεται στα ερείπια
μα τα σημάδια της τα βλέπεις και τα αισθάνεσαι
στην απλωμένη πλύση στο σκοινί της μπουγάδας στον τοίχο 
ή στη ζωή που ξεμπουκάρει 
απ’ το σιδερόφραχτο παραθύρι της εγκατάλειψης
μιας φύσης που αγωνιά να ομορφύνει την ασχήμια του χρόνου…

πνοές ανατολίτικων χρωμάτων
από μια προσφυγιά που επιμένει κι επιμένει και ριζώνει και ξεριζώνεται…

πωλείται…
πωλείται η ιστορία…
πωλούνται ακόμα κι οι ιδέες που κρέμονται απ’ τα συνθήματα των τοίχων…

ένας κόσμος που χάθηκε και συνεχίζει να χάνεται
ή αντικαθίσταται στο διηνεκές
από έναν κόσμο που δοκιμάζεται απ’ τις δικές του αλήθειες…

κι εγώ με το ερώτημα να κρέμεται απ’ τη σκέψη μου
γιατί δε βγαίνουν τα πρόσωπα να μιλήσουν
δεν απόμεινε κάτι να πουν…

που κρύφτηκε τόση αρχαία δόξα
μήπως θυσιάστηκε κι αυτή
κι εντοιχίστηκε στα θεμέλια των μεγαλεπήβολων κτηρίων
που σαρώνουν την ιστορία μου και την ιστορία της γειτονιάς μου…

                                                                                                    Άγγελος Γαλάνης
                                                                                                         Μάης 2020
υποσημείωση:
λόγια που φιλοδοξούν να μιλήσουν
στις εικόνες της Ελένης Γλαρέντζου







Το κείμενο είναι απόσπασμα από το «Η εγκατάσταση των προσφύγων και οι κατοικίες τους στη Νέα Ιωνία» του Απόστολου Σερέτη.

«Ανάμεσα στους πρόσφυγες που κατέφθασαν στην Αττική, μετά τη μικρασιατική καταστροφή, ήταν και περίπου 600 οικογένειες Σπαρταλήδων.
Σύμφωνα με τις «Αναμνήσεις» του Παπαϊωακείμ Πεσματζόγλου οι πρόσφυγες από την Σπάρτη της Πισιδίας αφού έφτασαν στην Αττική, κατευθύνθηκαν στην περιοχή Ποδαράδες έπειτα από προτροπή της ΕΑΠ για την εγκατάστασή τους, όπου μετά από συνέλευση θα αποφάσιζε ο σύλλογός τους για το αν το μέρος θα ήταν κατάλληλο, για να αρχίσουν να χτίζουν εκεί τον οικισμό τους. 

Η Νέα Ιωνία μπορεί να θεωρηθεί ότι ιδρύθηκε το Σάββατο 30 Ιουνίου 1923, όταν ο Νικόλαος Πλαστήρας εγκαινίασε στην τότε περιοχή «Ποδαράδες» τον συνοικισμό για τους πρόσφυγες από την Σπάρτη της Πισιδίας. Ο συνοικισμός αρχικά ονομάστηκε Νέα Πισιδία.
Ο λόγος για τον οποίο δεν επικράτησε η ονομασία αυτή, είναι πως σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, ειδικότερα κατά τη διάρκεια της ανταλλαγής πληθυσμών, κατέφθασαν στην περιοχή πρόσφυγες από την Σαφράπολη του Πόντου, την Αττάλεια, το Νεβ-Σεχίρ της Καππαδοκίας, τη Κασταμονή της Αφλαγονίας, την Αλάγια, την Ινέπολη και τη Νεάπολη, τη Σμύρνη και τα περίχωρα της, το Αϊβαλί και άλλες πολιτείες της ευρύτερης περιοχής της Ιωνίας. Επομένως, για να ικανοποιηθεί το αίτημα της πλειοψηφίας των προσφύγων και να υπάρχει μια γενική ικανοποίηση, η περιοχή ονομάστηκε «Νέα Ιωνία».
Χαρακτηριστικό γνώρισμα των προσφυγικών της Νέας Ιωνίας είναι πως οι κατοικίες συνενώνονται με τις βιομηχανικές ζώνες, σαν προέκτασή τους, που άρχισαν να δημιουργούνται στην ευρύτερη περιοχή. Η Νέα Ιωνία ουσιαστικά χωρίστηκε σε δύο ζώνες. Η πρώτη ζώνη αποτελούνταν από τα ''προσφυγικά'' και τις συνοικίες. Η δεύτερη ζώνη αποτελούνταν αρχικά από τα εργοστάσια και τα λατομεία στην περιοχή της Ελευθερούπολης. Τα χαρακτηριστικά μικρά τετράγωνα σπίτια είναι χτισμένα κολλητά το ένα στο άλλο. Οι κατηγορίες στις οποίες χωρίζονται τα «προσφυγικά» είναι κατά κύριο λόγο τρεις: Σε μεγάλο βαθμό κυριαρχούν οι μικρές μονοκατοικίες, οι οποίες αποτελούν και την πλειοψηφία κατοικιών. Η δεύτερη κατηγορία αποτελείται από τις διπλοκατοικίες ενώ η τρίτη κατηγορία αποτελείται από τις τετρακατοικίες. Τα σπίτια ήταν μονώροφα και διώροφα, ανάλογα με τον αριθμό προσφύγων που στέγαζαν και τις ανάγκες που είχαν.
Οι μονώροφες μονοκατοικίες χτισμένες από ωμές πλίνθους ήταν από 20 έως 32 τετραγωνικά μέτρα και στέγαζαν 3 έως 7 άτομα. Τα παντζούρια και η πόρτα των σπιτιών ήταν ξύλινες. Η στέγη ήταν φτιαγμένη από πισσόχαρτο ή από ξύλινες πήχες πάχους δύο δαχτύλων τις οποίες κάρφωναν και στερέωναν σε δοκούς. Έπειτα πάνω στις ξύλινες πήχες έριχναν χώμα ανακατεμένο με άχυρο. Αργότερα πάνω από αυτή τη κατασκευή μπήκαν τα κεραμίδια.
Μέσα σε αυτό το χώρο, υπήρχε ένας χώρος για το κουζινάκι το οποίο λειτουργούσε και ως πλυσταριό. Παράλληλα στον ίδιο χώρο βρισκόταν μια ντουλάπα και μια αποθήκη όπως και το υπνοδωμάτιο με το σαλόνι. Μοναδικό διαχωριστικό που υπήρχε είναι στη καλύτερη περίπτωση μια εσωτερική ξύλινη πόρτα και στη χειρότερη μια κουρελού.
Όσον αφορά τον δεύτερο τύπο κατοικίας, αυτός ήταν η διπλοκατοικία. Τα σπίτια ήταν λιθόκτιστα με ωμές πλίνθους ενώ η στέγη ήταν από πισσόχαρτο. Η αρχιτεκτονική και οικοδομική δομή της διπλοκατοικίας ήταν τέτοια, ώστε να μπορεί να στεγάσει δύο οικογένειες. Το σπίτι ήταν ένα ορθογώνιο μονώροφο κτίσμα, με μια ξύλινη πόρτα και ένα διάδρομο που το χώριζε σε δύο ξεχωριστά δωμάτια που αναλογούσαν σε μία οικογένεια το καθένα. Κάθε οικογένεια λοιπόν διέθετε ένα δωμάτιο 13,5 τετραγωνικά μέτρα το οποίο χρησίμευε ως σαλόνι και υπνοδωμάτιο του ζευγαριού. Στον ίδιο χώρο βρισκόταν ένα κουζινάκι που σε αρκετές περιπτώσεις λειτουργούσε και σαν πλυσταριό καθώς επίσης είχε και μια αποθήκη ή μια  ντουλάπα. Τα οικήματα αυτά είχαν επίσης μία κοινή αυλή.
Ο τρίτος και τελευταίος τύπος ''προσφυγικού'' προέκυψε από την προσθήκη ενός  πανομοιότυπου ορόφου ίδιων διαστάσεων. Αυτό συνέβη διότι με αυτό το τρόπο υπήρχε η δυνατότητα στέγασης τεσσάρων οικογενειών στο ίδιο σπίτι. Οι λεγόμενες τετρακατοικίες αποτελούνταν από τέσσερα δωμάτια ίδιων διαστάσεων το καθένα και στέγαζε από μία οικογένεια. Τα οικήματα αυτά ήταν λιθόκτιστα ενώ έδιναν τη δυνατότητα εξοικονόμησης χώρου και στέγασης μεγαλύτερου αριθμού προσφύγων. Είχαν στέγη από κεραμίδια και τέσσερις διαφορετικές εισόδους για το κάθε δωμάτιο. Και τα τέσσερα δωμάτια είχαν μια κοινή αυλή ενώ συνήθως υπήρχε μια εξωτερική τουαλέτα καθώς και μια εξωτερική σκάλα που οδηγούσε στα πάνω δωμάτια. Χαρακτηριστικό γνώρισμα των τετρακατοικιών είναι τα μικρά μπαλκόνια με τα ξύλινα κάγκελα καθώς επίσης και οι ξύλινες πόρτες είσοδοι στο οίκημα»…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Περιμένουμε τα σχόλιά σας!