Πέμπτη 23 Απριλίου 2020

Σαράγεβο, εκεί όπου οι κάτοικοι δεν χαμογελούν, της Ιόλης Βιγγοπούλου




Τα μάθαμε από ταινίες, από ειδήσεις, τα διαβάσαμε σε έντυπα ενημέρωσης και λογοτεχνικά κείμενα, αλλά δεν τα είδαμε, ποτέ. Μια πόλη, με μισό εκατομμύριο κατοίκους, που δέχτηκε την πιο μακρόχρονη πολιορκία στη σύγχρονη ιστορία της Ευρώπης (1992-1995). Εθνικός Στρατός, νεοβοσνιακός στρατός, παραστρατιωτικοί, δυνάμεις του ΝΑΤΟ, δυνάμεις του ΟΗΕ... Περικυκλώθηκε, βομβαρδίστηκε, μαζικές δολοφονίες, ελεύθεροι σκοπευτές ξάπλωσαν αμάχους στο χώμα και σήμερα στο πρώην γήπεδο της πόλης φυτρώνουν τα 13.000 μνήματα των θυμάτων και εκατοντάδες χιλιάδες κάτοικοι σκόρπισαν σαν τα τρελά πουλιά.


Η ιστορία της ριζώνει από τα προϊστορικά χρόνια, έχει κλαδιά στα ρωμαϊκά και στα χριστιανικά, μετά οι Σλάβοι αλλά τους καρπούς της έβγαλε επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δίκτυο ύδρευσης, τεμένη, κλειστή αγορά, δημόσια λουτρά, καραβάν σεράι, βιβλιοθήκη, σχολή ιερατική. Μια ισλαμική νησίδα σε μια θάλασσα χριστιανική. Οι Αψβούργοι ορέγονταν όλο και πιο νότια. Την έκαψαν στα 1697, τους θέρισε η πανούκλα και τελικά, η πόλη πέρασε, στα 1878, στα χέρια της Αυτοκρατορίας της Αυστροουγγαρίας με τη Συνθήκη του Βερολίνου.


Ζούσαν μαζί Βόσνιοι Μουσουλμάνοι, Σέρβοι Ορθόδοξοι, Κροάτες Καθολικοί και Εβραίοι και Αθίγγανοι. Και εδώ στα 1914, δολοφονήθηκε ο Αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος της Αυστρίας και η σύζυγός του, από έναν νεαρό αναρχικό Βόσνιο φοιτητή, και ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Στον άλλο Πόλεμο, οι Ναζί δεν τους ξέχασαν, εφάρμοσαν τις γνωστές πρακτικές τους. Το 1991, οι Βόσνιοι Μουσουλμάνοι αποτελούσαν το 50% του πληθυσμού, οι Σέρβοι το 33% κι οι Κροάτες το 7%. Τότε σε κείνη τη δεκαετία του 90΄ με το μακελειό στην πρώην μεγάλη, υπερήφανη, πολυεθνική χώρα, το μακελειό σε ψυχές και σκέψεις, ιδέες και δοξασίες, τότε που, με επενδύτη τη λέξη «ανεξαρτησία» υποδαύλισαν ένα σπαραγμό, που κατέληξε στο νέο, χωρίς χαμόγελο, πρόσωπο της πόλης.


Σαράγεβο, πρωτεύουσα της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, σήμερα πόλη των 300.000 και με το 85% Βόσνιους Μουσουλμάνους και όπως κάθε πόλη που σέβεται τον εαυτό της ακουμπά σε ποτάμι. Φοράει ένα γενναίο και σκληρό κοσμοπολίτικο προσωπείο. Παρόχθια, τα τζιτζιλί αυστροουγγρικά κτίρια, δημόσια διοικητικά και πολιτιστικά, με το αλαζονικό προφίλ και τις γλυκερές διακοσμήσεις. Στα πρανή των γύρω λόφων γειτονιές που ανθίστανται και κυκλώνονται από μνήματα και κάτω στην παλιά πόλη, ό,τι πιο σύγχρονο ισλαμικο-τούρκικο σε λιανικό εμπόριο και τουριστικο-αναμνηστικό : ιερά τεμένη, πολιτιστικά κέντρα, εκθέσεις μνήμης πολέμου, μπερεκετλίδικα κεμπάπ, καφετσαγερίες στυλ βιεννουά προς τζαζο-αμανέ...


Κάνει κρύο, η άνοιξη αργεί, βρέχει θαρρείς από μέσα προς τα έξω, ψάχνω χαμόγελο... 












                                                                                                                    Ιόλη Βιγγοπούλου