Τετάρτη 5 Αυγούστου 2020

Γιατί ηττήθηκαν οι Έλληνες από τους κεμαλικούς το '22, του Βλάση Αγτζίδη

«…Ακόμα και σήμερα δεν έχει σιγάσει η διαμάχη γύρω από το ζήτημα γιατί οι ελληνικές δυνάμεις, που υπερτερούσαν αριθμητικά και δεν ήταν πολύ χειρότερα εξοπλισμένες από τα στρατεύματα του Κεμάλ, οδηγήθηκαν σ’ αυτή την καταστροφική ήττα».
DOUGLAS DAKIN, «Η ενοποίηση της Ελλάδας 1770-1923», εκδόσεις ΜΙΕΤ

 

Η ήττα του ελληνικού στρατού τον Αύγουστο του 1922 από τους κεμαλικούς εθνικιστές έθεσε τέλος σε μια επώδυνη ιστορική διαδικασία, κατά την οποία η προνεοτερική, πολυεθνική, ισλαμική Οθωμανική Αυτοκρατορία παραχωρούσε τη θέση της στο έθνος-κράτος, στη νέα πολιτειακή μορφή που εμφανίστηκε στην ιστορία του ανθρώπου με το δυτικό Διαφωτισμό. Με την ελληνική ήττα στις 13 Αυγούστου 1922 (με το παλαιό ημερολόγιο), ο πολυεθνοτικός οθωμανικός χώρος μετατρεπόταν αποκλειστικά σε μονοεθνικό τουρκικό. Όσοι από τις πολυάνθρωπες χριστιανικές κοινότητες (Έλληνες της Ανατολής, Αρμένιοι, Ασσυροχαλδαίοι) δεν εξοντώθηκαν, υποχρεώθηκαν να εκπατριστούν. Ενώ οι πολυεθνοτικοί και πολύγλωσσοι μουσουλμανικοί πληθυσμοί υποχρεώθηκαν από το νέο κράτος που δημιούργησε ο Μουσταφά Κεμάλ και οι Νεότουρκοι σύντροφοί του να μεταμορφωθούν σε εθνικά Τούρκους.

Η ήττα των Ελλήνων - και συνακόλουθα και των Αρμενίων - υπήρξε η επιβράβευση της πολιτικής που είχε υιοθετήσει η ακροδεξιά τάση των Νεότουρκων (Τζεμάλ, Ενβέρ, Ταλαάτ) που είχε καταλάβει πραξικοπηματικά την εξουσία από το 1908. Παρ’ ότι η διαδικασία δημιουργίας έθνους-κράτους ήταν βίαιη, όπως κάθε μορφή διοίκησης που εμπεριέχει την κυριαρχία επί ανόμοιων πληθυσμών, εν τούτοις με τους Νεότουρκους εμφανίστηκαν κάποια νέα χαρακτηριστικά. Η πρωτοτυπία των Νεότουρκων ήταν ότι για πρώτη φορά στα σύγχρονα χρόνια μια εξουσία, τελείως ψύχραιμα:

*επιλέγει εξαρχής ρατσιστικά κριτήρια,

*εντοπίζει και προγράφει τα θύματα,

*διαμορφώνει και διαχέει στους υπόλοιπους μια ιδεολογία μίσους,

*ακολουθεί μεθόδους κοινωνικού αποκλεισμού των στοχοποιημένων πληθυσμών,

*συγκροτεί και οργανώνει σε ήρεμους καιρούς παρακρατικούς μηχανισμούς που θα αναλάβουν τη «βρομοδουλειά» όταν το επιτρέψουν οι γενικότερες συνθήκες.

Αυτά ακριβώς έκαναν για πρώτη φορά στη σύγχρονη εποχή οι Τούρκοι εθνικιστές με τη βοήθεια των Γερμανών ιμπεριαλιστών και τα κορύφωσαν 20 χρόνια μετά οι ναζί.

...και στρατιώτες εκκενώνουν τη Μικρά Ασία

...και στρατιώτες εκκενώνουν τη Μικρά Ασία

 Ντόπιοι και ξένοι

Ο Μουσταφά Κεμάλ θα εκφράσει αυτή την πολιτική μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν θα συγκροτήσει το εθνικιστικό του μέτωπο, εκδιώκοντας σκληρά τους Οθωμανούς αντιπάλους του που αρνούνταν την εθνικιστική του ατζέντα, καθώς και τις μη τουρκικές μουσουλμανικές μειονότητες που προσπάθησαν να αρθρώσουν έναν αυτόνομο λόγο. Αφού εξόντωσε κάθε πραγματικό ή δυνητικό αντίπαλο εντός του μουσουλμανικού χώρου, προσπάθησε επιτυχημένα - παρ’ ότι υπήρξε ένας αντικληρικαλιστής μεσοπολεμικός ακροδεξιός- να ενδυθεί το ρόλο του gazi, δηλαδή του ιερού πολεμιστή του Κορανίου, και να κηρύξει τζιχάντ, δηλαδή «ιερό πόλεμο κατά των απίστων».

Με τη βοήθεια των Ιταλών και των Σοβιετικών κατ’ αρχάς, των Γάλλων στη συνέχεια, την ουδέτερη στάση των ΗΠΑ αλλά και των Βρετανών αρκετά αργότερα, θα καταφέρει να συντρίψει τον ελληνικό στρατό, το αξιόμαχο του οποίου είχε καταβαραθρωθεί εξαιτίας της πολιτικής των Μοναρχικών, αλλά και των Ελλαδικών κομμουνιστών του Πουλιόπουλου.

Η διαμόρφωση ενός αρνητικού σκηνικού σχετιζόταν με πλήθος παραγόντων, όπως:

-η εγκατάλειψη των Ελλήνων του Πόντου στη μοίρα τους από τις κυβερνήσεις του Λαϊκού Κόμματος,

-η άρνηση δημιουργίας ντόπιου μικρασιατικού στρατού τη στιγμή που άρχισαν να κυριαρχούν τάσεις αποχώρησης της Ελλάδας από τη Μικρά Ασία,

-η σύγκρουση στα υψηλά στρατιωτικά και πολιτικά κλιμάκια,

-η άρνηση του Ιωάννη Μεταξά να αναλάβει την αρχιστρατηγία του ελληνικού στρατού μετά την αποπομπή του Παπούλα,

-η ανάληψη της αρχιστρατηγίας από τον περιορισμένης ικανότητας Χατζηανέστη,

-η αποδυνάμωση του μετώπου λόγω της επιχείρησης κατάληψης της Κωνσταντινούπολης κ.λπ.

 Οι ανταποκρίσεις του Χέμινγουεϊ

Η συντριβή των Ελλήνων τον Αύγουστο του 1922 και τα όσα τραγικά επακολούθησαν της νίκης των κεμαλικών δεν υπήρξαν ένα νομοτελειακό γεγονός, αλλά απόρροια της διαχείρισης μιας μοναδικής ευκαιρίας από τις ελλαδικές πολιτικές και στρατιωτικές ελίτ. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα περιγράφει ο Αμερικανός συγγραφέας Έρνεστ Μίλερ Χέμινγουεϊ (Ernest Miller Hemingway), ο οποίος κάλυπτε δημοσιογραφικά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο.

Οι ανταποκρίσεις είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Για την πολιτική των μοναρχικών και του Λαϊκού Κόμματος μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 έγραψε: «Οι Έλληνες ήταν πρώτης τάξεως πολεμιστές και, σίγουρα, κάμποσα σκαλοπάτια παραπάνω από το στρατό του Κεμάλ. Αυτή είναι η άποψη του Γουίταλ. Πιστεύει ότι οι τσολιάδες θα είχαν καταλάβει την Άγκυρα και θα είχαν τελειώσει τον πόλεμο αν δεν είχαν προδοθεί. Όταν ο Κωνσταντίνος ήρθε στην εξουσία, όλοι οι Έλληνες αξιωματικοί που ήταν σε επιτελικές θέσεις υποβαθμίστηκαν αμέσως σε χαμηλότερες θέσεις. Πολλοί απ’ αυτούς είχαν πάρει τα γαλόνια τους με ανδραγαθήματα στο πεδίο της μάχης. Ήταν έξοχοι πολεμιστές και σπουδαίοι ηγέτες. Αυτό δεν εμπόδισε το κόμμα του Κωνσταντίνου να τους διώξει και να τους αντικαταστήσει με αξιωματικούς που δεν είχαν ακούσει ποτέ τους να πέφτει ούτε μία τουφεκιά. Αυτό είχε αποτέλεσμα να σπάσει το μέτωπο».

————————————————————————-

(*) Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ σύγχρονης Ιστορίας-μαθηματικός, https://kars1918.wordpress.com/. Το κείμενο αυτό είναι τμήμα της εισαγωγής στην συλλογική έκδοση: «Ε-Ιστορικά» της Ελευθεροτυπίας (2014), με τίτλο «Γενοκτονία στην Ανατολή. Από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στο έθνος-κράτος»,
 με κείμενα των Taner Akçam, Fikret Baskaya, Ahmet Oral, Dogan Akanli, Attila Tuygan, Pervin Erbil, Fuat Dundar, Μehmet Akyol, Izmail Besiktzi, Sait Çetinoğlu, Sibel Ozbundan Γιάννη Σκαλιδάκη κ.ά.

 

 

 


Η Μικρασιατική Καταστροφή και το τέλος μιας ιστορικής διεργασίας, του Βλάση Αγτζίδη

Το τέλος αυτής της ιστορικής διαδικασία θα γραφτεί μετά τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο, με τη Μικρασιατικής Εκστρατεία. Η εμπλοκή της Ελλάδας με την Μικρασιατική Εκστρατεία θα διαμορφώσει ένα νέο πλαίσιο. Με τη Συνθήκη των Σεβρών (Αύγουστος 1920) στους Έλληνες - που το 1914 το ποσοστό τους με τις διάφορες εκτιμήσεις κυμαινόταν από το 13% έως 25% –  θα αποδοθεί το 6% περίπου του πάλαι ποτέ κοινού οθωμανικού εδάφους. Σημαντικά εδάφη της Ανατολίας θα αποδοθούν στους Αρμένιους, ενώ θα υπάρξει και κουρδική αυτονομία. Οι Τούρκοι διατηρούσαν την κυριαρχία τους στο μεγαλύτερο μέρος του παλιού οθωμανικού εδάφους, καθώς και στην έδρα του ισλαμικού Χαλιφάτου, την Κωνσταντινούπολη. Με τον τρόπο αυτό διαμορφωνόταν ο γεωπολιτικός χάρης της επόμενης μέρας και στη θέση της πολυεθνικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που πλέον διαλυόταν οριστικά, δημιουργούνταν εθνικά κράτη με τη γνωστή επώδυνη διαδικασία που είχε γνωρίσει η Ανατολή από το 1821 και εντεύθεν.

Ο μεταοθωμανικός κόσμος

Η περίοδος που ακολούθησε την ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων ήταν η πλέον αποφασιστική ιστορική στιγμή για τη διαμόρφωση του μεταοθωμανικού γεωπολιτικού κόσμου. Η ήττα των Γερμανο-αυστριακών, των Νεότουρκων κ.ά. στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, θα επιφέρει τη ρύθμιση των μεταπολεμικών γεωπολιτικών και οικονομικών ισορροπιών και σχέσεων με δύο σημαντικές συνθήκες: των Βερσαλλιών και των Σεβρών. Στις ηττημένες χώρες θα εμφανιστούν, σχεδόν άμεσα, ακροδεξιά κινήματα αναθεώρησης. Στην Γερμανία, οι ναζιστές θα εκφράσουν τελικά το κίνημα δυσαρέσκειας που επεδίωκε την ανατροπή των όρων της Συνθήκης των Βερσαλλιών. Στην υπό διάλυση Οθωμανική Αυτοκρατορία, το αντίστοιχο κίνημα θα εκφραστεί από τους εθνικιστές του Μουσταφά Κεμάλ Πασά. Στο πλαίσιο των προσπαθειών αναθεώρησης θα εμφανιστούν ακραίες ρατσιστικές ιδεολογίες: οι Τούρκοι εθνικιστές θα εξοντώσουν ολοκληρωτικά τις χριστιανικές κοινότητες, ενώ οι Ναζί τους Εβραίους και τις άλλες ‘ανεπιθύμητες’ εθνικές ή φυλετικές ομάδες. Ο ίδιος ο Μουσταφά Κεμάλ πασά θα κηρύξει τον Ιερό Πόλεμο κατά των «απίστων» (jihad) και ο ίδιος θα αυτοανακηρυχθεί Gazi, δηλαδή «Ιερός Πολεμιστής για τη διάδοση του Ισλάμ».

Η τοποθέτηση των Τούρκων ιστορικών και ερευνητών, και κυρίως του Attila Tuygan, του Ali Sait Çetinoğlu και του Recep Maraşlı, για το περιεχόμενο του κεμαλικού κινήματος επιτρέπει την αποκωδικοποίησή του και την απαλλαγή από τους μύθους που το ακολουθούν και αποτελούν την κυρίαρχη εκδοχή της νεοελληνικής ιστοριογραφίας, ειδικά αυτής που μελετά τις ελληνικές οθωμανικές κοινότητες και τις διαδικασίες του μεγάλου γεωπολιτικού μετασχηματισμού (1908-1923). Το κεμαλικό κίνημα ως ιστορική κατηγορία εντάσσεται στα ακροδεξιά ολοκληρωτικά και αναθεωρητικά κινήματα του Μεσοπολέμου και αποτελεί εν πολλοίς τον προάγγελο πολλών εξ αυτών.

Όπως γράφτηκε παραπάνω, το τελευταίο στάδιο αυτού του μετασχηματισμού θα ταυτιστεί με τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1919-1922. Το στάδιο αυτό θα χαρακτηριστεί από τη ραγδαία αλλαγή του διεθνούς περιβάλλοντος, την επικράτηση των απομονωτιστικών απόψεων, στο μπολσεβικικό κίνημα, τα αποκλίνοντα συμφέροντα των Ιταλών και των Γάλλων, την αποστασιοποίηση των ΗΠΑ και την ουδετεροποίηση της Μεγάλης Βρετανίας. Αυτά, συνδυασμένα με τον ελληνικό Διχασμό (δηλαδή τον πρώτο εμφύλιο πόλεμο), την αντίδραση και το αντιμικρασιατικό πνεύμα που κυριαρχούσαν στο Λαϊκό Κόμμα και τη φιλομοναρχική παράταξη, μαζί με την ασυνέπεια του βενιζελισμού, που προκήρυξε εκλογές εν μέσω του μικρασιατικού πολέμου και τη διαμόρφωση μιας μικρής παλαιοελλαδικής ντεφετιστικής Αριστεράς (ΣΕΚΕ) που συνεργάστηκε με τους μοναρχικούς σε μια αντιπολεμική, αντιμικρασιατική πλατφόρμα στις παραμονές των μοιραίων εκλογών του 1920, οδήγησε στη Μικρασιατική Καταστροφή και την κυριαρχία του τουρκικού εθνικισμού στο σύνολο των παλιών οθωμανικών πολυεθνικών εδαφών.

-------------

(*) Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ σύγχρονης Ιστορίας-μαθηματικός, https://kars1918.wordpress.com/. Το κείμενο αυτό είναι τμήμα της εισαγωγής στην συλλογική έκδοση ων «Ε-Ιστορικά» της Ελευθεροτυπίας (2014), με τίτλο «Γενοκτονία στην Ανατολή. Από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στο έθνος-κράτος»,
με κείμενα των Taner Akçam, Fikret Baskaya, Ahmet Oral, Dogan Akanli, Attila Tuygan, Pervin Erbil, Fuat Dundar, Μehmet Akyol, Izmail Besiktzi, Sait Çetinoğlu, Sibel Ozbundan Γιάννη Σκαλιδάκη κ.ά.