Παρασκευή 17 Απριλίου 2020

Ένα μικρό αφιέρωμα στον Λουίς Σεπούλβεδα


«Το ανθρώπινο πρόσωπο δε λέει ποτέ ψέματα. Είναι ο μοναδικός χάρτης όπου είναι αποτυπωμένοι όλοι οι τόποι στους οποίους έχουμε ζήσει[…]».

Απόσπασμα από  το βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα «Το ημερολόγιο ενός ευαίσθητου killer», μτφ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδ. “Opera”.  



Στις 16 Απριλίου του 2020, έφυγε από τη ζωή ο Χιλιανός συγγραφέας Λουίς Σεπούλβεδα, ο οποίος νοσηλευόταν με κορωνοϊό στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Αστούριας στο Οβιέδο της Ισπανίας.

Όπως έγραψε η ισπανική εφημερίδα El Pais, o γνωστός συγγραφέας ήταν από τα πρώτα κρούσματα του νέου κορωνοϊού στην Ισπανία και ήταν ο πρώτος που διαγνώστηκε με τον ιό στην Αστούριας, όπου ζούσε. Ύστερα από ενάμιση μήνα στο νοσοκομείο, ο Σεπούλβεδα έχασε τη μάχη με τη ζωή στα 71 του χρόνια.

Ο Λουίς Σεπούλβεδα γεννήθηκε στις 4 Οκτωβρίου του 1949, στο Οβάγιε, της επαρχίας Λιμαρί στη βόρεια Χιλή. Ήταν συγγραφέας, σκηνοθέτης, δημοσιογράφος και πολιτικός ακτιβιστής.

Αφού τελείωσε το Γυμνάσιο στο Σαντιάγο σπούδασε θεατρική σκηνοθεσία στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Χιλής. Διατέλεσε ηγέτης του φοιτητικού κινήματος τα χρόνια των σπουδών του όντας μέλος του Κομμουνιστικού κόμματος της Χιλής.

Το 1969 πήρε πενταετή υποτροφία για το Πανεπιστήμιο της Μόσχας, αλλά πέντε μήνες αργότερα εκδιώχθηκε από τη Σοβιετική Ένωση λόγω «κακής διαγωγής» γιατί «είχε πιάσει φιλίες με αντιφρονούντες».

Επί κυβέρνησης Σαλβαδόρ Αλιέντε υπήρξε στέλεχος στο τμήμα των πολιτιστικών θεμάτων, όπου ήταν υπεύθυνος για μια σειρά από φθηνές εκδόσεις για το ευρύ κοινό. Επίσης ενήργησε ως μεσολαβητής της κυβέρνησης και των επιχειρήσεων της Χιλής.

Μετά το πραξικόπημα του 1971, που έφερε στην εξουσία τον Αουγούστο Πινοσέτ και την δικτατορία του, φυλακίστηκε για 2,5 χρόνια και στη συνέχεια, αφού αποφυλακίστηκε υπό όρους μετά από τις πολλές προσπάθειες του γερμανικού παραρτήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, κρατήθηκε σε κατ΄ οίκον περιορισμό.

Κατάφερε να δραπετεύσει και έζησε παράνομα για ένα χρόνο περίπου. Με τη βοήθεια ενός φίλου του, ο οποίος ήταν επικεφαλής της Aliance Française στο Βαλπαραΐσο, έστησε μια θεατρική ομάδα που έγινε η πρώτη πολιτιστική εστία αντίστασης. Ο ίδιος συνελήφθη εκ νέου και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη για προδοσία και ανατροπή του πολιτεύματος. Η ποινή αργότερα μειώθηκε σε 28 χρόνια.

Το γερμανικό τμήμα της Διεθνούς Αμνηστίας παρενέβη πάλι το 1977 και η ποινή του μετατράπηκε σε οκτώ χρόνια εξορίας. Φεύγοντας από τη Χιλή για τη Σουηδία, (τον τόπο που είχε αποφασιστεί να εξοριστεί) όπου θα δίδασκε ισπανική λογοτεχνία, στην πρώτη του στάση στο Μπουένος Άιρες δραπέτευσε και κατάφερε να πάει στην Ουρουγουάη. Επειδή όμως οι πολιτικές συνθήκες στην Αργεντινή και την Ουρουγουάη ήταν παρόμοιες με αυτές στην πατρίδα του, ο Λουίς Σεπούλβεδα πήγε στο Σάο Πάολο στη Βραζιλία και στη συνέχεια, στην Παραγουάη.

Παρόλα αυτά όμως έπρεπε να φύγει πάλι, λόγω του τοπικού καθεστώτος και εγκαταστάθηκε τελικά στο Κίτο του Εκουαδόρ φιλοξενούμενος του φίλου του Χόρχε Ενρίκε Αδούμ (Jorge Enrique Adoum), όπου σκηνοθέτησε για το θέατρο Alliance Française και ίδρυσε μια θεατρική εταιρεία.

Έλαβε μέρος σε μια εκστρατεία της UNESCO για την αξιολόγηση του αντίκτυπου του αποικισμού στους Ινδιάνους Σουάρ (Shuar).
Κατά την διάρκεια της εκστρατείας μοιράστηκε τη ζωή των Σουάρ για επτά μήνες και κατανόησε τη Λατινική Αμερική ως μια πολυπολιτισμική και πολυγλωσσική ήπειρο, όπου ο Μαρξισμός δεν μπορεί να ισχύσει για ένα αγροτικό πληθυσμό που εξαρτάται από το γύρω του φυσικό περιβάλλον.

Εργάστηκε σε στενή επαφή με τις ινδιάνικες οργανώσεις και συνέταξε το πρώτο σχέδιο διδασκαλίας γραμματισμού για την ομοσπονδία των αγροτών Ιμπαμπούρα (Imbabura) των Άνδεων. Κατά την επτάμηνη παραμονή του στον Αμαζόνιο αποκόμισε εμπειρίες που άλλαξαν την αντίληψή του για τον κόσμο και του πρόσφεραν αργότερα το υλικό για το πολυβραβευμένο οικολογικό μυθιστόρημά του :
«Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης».


Το 1979 εντάχθηκε στη Διεθνή Ταξιαρχία «Σιμόν Μπολιβάρ» που αγωνιζόταν στη Νικαράγουα και μετά τη νίκη της επανάστασης άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος.

Ένα χρόνο αργότερα έφυγε για την Ευρώπη και πήγε στο Αμβούργο. Θαύμαζε την γερμανική λογοτεχνία (έμαθε τη γλώσσα στη φυλακή) και ιδιαίτερα τους ρομαντικούς Νοβάλις και Φρήντριχ Χαίλντερλιν. 
Στην Γερμανία εργάστηκε ως δημοσιογράφος ταξιδεύοντας πολύ στη Λατινική Αμερική και την Αφρική.

Το 1982 ήρθε σε επαφή με την Greenpeace και εργάστηκε μέχρι το 1987 ως μέλος πληρώματος σε ένα από τα πλοία τους. Αργότερα λειτούργησε ως συντονιστής μεταξύ των διαφόρων κλάδων της οργάνωσης.

Τα πιο γνωστά βιβλία του είναι: «Ο κόσμος του τέλους του κόσμου» (1989), «Όνομα ταυρομάχου» (1994), «Patagonia express» (1995), «Η ιστορία του γάτου που έμαθε σ' ένα γλάρο να πετάει» (1996), «Ένας γέρος που διάβαζε ιστορίες αγάπης» (1996), «Το ημερολόγιο ενός ευαίσθητου killer» (1996), «Hot Line, Γιακαρέ» (1997), «Η τρέλα του Πινοσέτ» (2002), «Τα χειρότερα παραμύθια των αδελφών Γκριμ» (2004), «Η δύναμη των ονείρων» (2006).


«Άφησα λίγα κέρματα στο μπαρ και βγήκα κουτσαίνοντας στο δρόμο. Η πόλη ήταν θλιμμένη κι ας ήταν καλοκαίρι, κι ας μη μεσολαβούσε κανένα σύννεφο ανάμεσα στους ανθρώπους και τον ουρανό, κι ας μην πετούσε κανένα πουλί πάνω απ’ το κεφάλι μου, κι όπως διέσχιζα το δρόμο αναρωτιόμουν, Βερόνικα, αγάπη μου, αναρωτιόμουν γιατί φοβόμαστε τόσο πολύ να κοιτάξουμε τη ζωή κατάματα, εμείς, που έχουμε δει τις χρυσές ανταύγειες του θανάτου.[…]».

Απόσπασμα από το βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα «Όνομα ταυρομάχου», μτφ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδ. “Opera”.



«Γεια σας. Σας ομιλεί ο αυτόματος τηλεφωνητής κάποιου που δεν είναι στην άλλη άκρη της γραμμής ή που, για διάφορους λόγους, δε θέλει ν' απαντήσει. Αν με γνωρίζετε, τότε θα ξέρετε πως η φωνή που σας μιλάει αυτή τη στιγμή, δεν είναι δική μου. Ένα από τα πλεονεκτήματα του τηλεφωνητή είναι και το ότι, εκτός από άσυλο, εξασφαλίζει και την ασυλία. [...]
Ας πούμε, λοιπόν, πως θεωρητικά δεν είμαι εδώ, ή πως ένα πρόβλημα υγείας με εμποδίζει να φτάσω τη συσκευή, ή πως, απλούστατα, δεν έχω όρεξη. Μπορεί, επίσης, να μη βρίσκομαι πια σ' αυτόν τον κόσμο. [...]».

Απόσπασμα από το βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα «Αν δεν έχεις πού να κλάψεις», μτφ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδ. “Opera”.




«Απ’ όλους όσους μας λείπουν, μένουν κάτι λίγες φωτογραφίες, φέτες ζωής που καταψύχονται τη στιγμή του “κλικ”, ενώ η ζωή συνεχίζεται […]
Κι αν μας λείπουν, δεν είναι επειδή έτσι το θέλησε η τύχη ή τα καμώματα ενός πληγωμένου θεού. Μας λείπουν γιατί τόλμησαν να προτείνουν μια ζωή καλύτερη απ’ την αγελαία. Μας λείπουν γιατί είπαν πως ψωμί θα υπάρξει ή για όλους ή για κανέναν. Μας λείπουν γιατί άναψαν ένα φως μες στο σκοτάδι, έντονο ή χλωμό -δεν έχει σημασία- γιατί η λάμψη του μας οδηγεί. Μας λείπουν γιατί στο μισοσκότεινο δωμάτιο ζύγωσαν το κρεβάτι του παιδιού, το χάιδεψαν, άφησαν στο μέτωπό του το αστεράκι του ήσυχου ύπνου, κι όταν βγήκαν από κει και πέρασαν στη δράση, το έκαναν ξέροντας πόσο πολλά είχαν να χάσουν, και το έκαναν με την αποφασιστικότητα αυτού που ξέρει ότι έχει δίκιο […]
Ας μάθουμε να ζούμε μ’ αυτούς που μας λείπουν, επειδή αποτελούν κομμάτι μας, επειδή ξέρουμε γιατί μας λείπουν, κι επειδή την απουσία τους την αναπληρώνουμε με καμάρι […]».

Απόσπασμα από το βιβλίο του Λουίς Σεπούλβεδα «Η τρέλα του Πινοσέτ», μτφ. Αχιλλέας Κυριακίδης, εκδ. “Opera”.


Επίσης δείτε αφιερώματα:






Δείτε τα βίντεο:

Luis Sepulveda - The writer from the end of the world Greek Subs



Οι κεραίες της εποχής μας-Λουίς Σεπούλβεδα-Χιλή-Luis Sepulveda-Chile (1949)


Επιμέλεια Ελένη Γλαρέντζου