Τρίτη 7 Απριλίου 2020

Για τον Μανώλη Γλέζο




Το αιώνιο, ουράνιο φως των Κυκλάδων, που τόσους και τόσους έχει εμπνεύσει στις γραφές τους δεν άφησε ασυγκίνητο και τον μεγάλο Μανώλη Γλέζο.

Μέσα στη σιωπή, την ακινησία, την περιχαράκωση, το φόβο που ζούμε τούτη την άνοιξη δεν

μπορούμε να τον αποχαιρετήσουμε όπως του αρμόζει, να στολίσουμε την τελευταία

κατοικία του με χιλιάδες κόκκινα τριαντάφυλλα, να βροντοφωνάξουμε ΑΘΑΝΑΤΟΣ!

Τα παρακάτω είναι λόγια δικά του για το ποιητικό του έργο "Στα Κυκλαδονήσια η αίσθηση στο φως":

«…Ως θα περιδιαβαίνεις τις σελίδες, με τα ποιητικά πονήματα, αγαπητέ αναγνώστη,
και θα ψηλαφείς τα κυκλαδίτικα νησιά, θα σε συνοδεύει η συγγνώμη μου για την αποκοτιά μου, να διακονέψω στο ναό, που θάλλει η αιώνια ομορφιά της γαίας κι η συνείδηση του ανθρώπου να μην την πληγώσει να μην τη μολέψει με τα έργα του».


Ένα απόσπασμα από την ποιητική συλλογή: Στα Κυκλαδονήσια η Αίσθηση στο Φως (2015),
εκδόσεις Gutenberg.



Το σπίτι που γεννήθηκα

μιαν ανεμοφωλιά, μιαν αειφόρα οπτασία,

στ' Απεραθιού και της ιστορίας τα διάσελα,

στης Φυροΐστρας την πιο αψηλή τη ρύμνη,

ένα σημάδι στο δρόμο του ήλιου, της ζωής μου το σημάδι,

πάνω στην πλάτη της Ψάρης Πλάκας.

Το σπίτι που γεννήθηκα

ένας λύχνος να καίει,

στο μεσιανό δοκάρι.

Το κατώι με τις ζούλες,

μία προστιάδα στην αυλή την ολόγιομη από παιδικές φωνές.

Το μαερειό, η παραστιά με τη φωτιά,

όλους τους μήνες με τα ρω,

να συμπαίνουν με δαυλιά

οι θυατέρες της ελπίδας.

Το σπίτι που γεννήθηκα, μ' ένα δισάκι στον ώμο, ασμυριγλένιαν αντοχή και φυλαχτάρι,

σ' όλες τις στιγμές της αγωνίας στ' αλώνια του θανάτου.

Το σπίτι που γεννήθηκα μιαν ακατέλυτη νοσσά.

Γλυκό θυμητάρι η πλημμυρίδα των αισθήσεων

και των χρωμάτων η πανδαισία

όλες οι άνοιξες που 'φερναν καλοκαίρια

κι όλες οι οπώρες της γης που φθίνουν

με τον αμπυρήνα να ζεσταίνει

την απαντοχή για το αύριο.

Το σπίτι που γεννήθηκα

πάντα με περιμένει να με γεννήσει

στις στέρφες μέρες της απελπισιάς

μετά από κάθε αστοχία,

ύστερ' από κάθε αποτυχία,

από τους κατατρεγμούς της ήττας.